"No beast so fierce but knows some touch of pity. But I know none, and therefore am no beast."
William Shakespeare "Richard the Third"
Τι είναι έρωτας;
Ο άνδρας έχει ντρεσαριστεί από τη γυναίκα έτσι, ώστε να μην μπορεί να ζήσει χωρίς αυτήν, και να κάνει ότι αυτή του ζητάει. Αυτόν τον αγώνα για τη ζωή ο άνδρας τον ονομάζει έρωτα. Υπάρχουν άντρες πού απειλούν να τα τινάξουν όλα στον αέρα, όταν αυτή πού λατρεύουν δεν τους δίνει σημασία.
Δεν διακινδυνεύουν απολύτως τίποτα: Δεν έχουν τίποτα να χάσουν!!!
Και η γυναίκα όμως, κι αυτή δεν μπορεί να ζήσει χωρίς τον άνδρα. Είναι τόσο ανίκανη γι' αυτό, όσο και η βασίλισσα σε μια κυψέλη από μέλισσες. Της χρειάζεται λοιπόν ο άντρας για να ζήσει κι αυτή. Κι αυτό αυτή το ονομάζει έρωτα. Μιας, λοιπόν και έχουν ανάγκη ο ένας τον άλλον, θα περίμενε κανείς ότι κάτι κοινό θα τους συνέδεε, τουλάχιστο ένα αίσθημα. Άλλα στον άνδρα και στη γυναίκα, οι αιτίες, η φύση και οι συνέπειες αυτού του αισθήματος είναι ολότελα διαφορετικές. Για τη γυναίκα, έρωτας σημαίνει εξουσία· για τον άντρα, υποδούλωση. Για εκείνη, είναι η πρόφαση για την εμπορική εκμετάλλευση του άλλου· για εκείνον, είναι το αισθηματικό άλλοθι για την ύπαρξη του ως σκλάβου. «Από έρωτα», η γυναίκα δεν κάνει παρά ότι της αποφέρει όφελος και ο άνδρας ότι τον καταστρέφει. «Από έρωτα», η γυναίκα παύει να εργάζεται μόλις παντρευτεί· «από έρωτα», ο άνδρας μόλις παντρευτεί δουλεύει για δυο. Ο έρωτας είναι και για τους δυο αγώνας για την επιβίωση, εκείνη με την νίκη της, εκείνος με την ήττα του. Και από μια αδυσώπητη ειρωνεία, εκείνη κερδίζει, σαν να λέμε, τα πάντα, την στιγμή ακριβώς πού είναι πιο απαθής, και η λέξη «έρωτας» της χαρίζει το φωτοστέφανο της θυσίας του εαυτού της, ενώ της επιτρέπει να καταχράται χωρίς λύπηση την εμπιστοσύνη του άντρα.
Με τον έρωτα, ο άνδρας εξαπατά τον εαυτό του και καμουφλάρει την δειλία του· χάρη στον έρωτα, πείθει τον εαυτό του ότι η υποδούλωση του στην γυναίκα και στους όμηρους της, δηλαδή τα παιδιά της, όπως την βολεύει να τα αποκαλεί, είναι μια έντιμη υποδούλωση και έχει ανώτερη ηθική αξία. Και έτσι είναι ικανοποιημένος με τον ρόλο του ως σκλάβου που είναι ο σκοπός των πόθων του. Κι αφού, επιπλέον, το σύστημα αυτό συμφέρει στην γυναίκα, γιατί να αλλάξει; Βεβαίως, η γυναίκα έχει εκμαυλιστεί και διαφθαρεί μέσα σ’ αυτό το σύστημα, αλλά κανείς δεν έχει την παραμικρή αντίρρηση, γιατί κανείς δεν περιμένει τίποτα άλλο από αυτήν παρά μόνο τον έρωτα πού αυτή τον ανταλλάσσει με όλα τα άλλα. Οι προσπάθειες πού καταβάλλει ο ντρεσαρισμένος άνδρας τον βουλιάζουν ακόμα περισσότερο στο σκλάβωμά του, χωρίς αυτό ποτέ να τον εξυπηρετήσει τα δικά του συμφέροντα. Οφείλει πάντα να «δίνει», κι όσο δίνει, τόσο η γυναίκα απομακρύνεται από αυτόν. Όσο πιο πολλά της παρέχει, τόσο πιο πολλά εκείνη απαιτεί. Όσο πιο πολύ την επιθυμεί, τόσο λιγότερο ποθητός της είναι. Κι όσο πιο πολύ την γεμίζει με υλικές ανέσεις, τόσο πιο τεμπέλα, πιο ηλίθια και πιο απάνθρωπη γίνεται και τόσο πιο πολύ αυτός νιώθει την μοναξιά του. Μόνον οι ίδιες γυναίκες θα μπορούσαν να σπάσουν αυτόν τον φαύλο κύκλο του ντρεσαρίσματος και της εκμετάλλευσης. Αλλά δεν θα το κάνουν, δεν υπάρχει καμιά λογική αιτία για να το κάνουν. Και δεν μπορείς να περιμένεις από τις γυναίκες μιαν αισθηματική έξαρση, είναι κρύες, χωρίς έλεος, και υπολογίστριες. Γι’ αυτό και ο κόσμος θα συνεχίζει να βουλιάζει όλο και πιο πολύ στα μικρομπιχλιμπίδια τους, στην βαρβαρότητα τους και σ’ αυτή την ηλίθια «θηλυκότητα» τους, ενώ οι άνδρες, αυτοί οι θαυμάσιοι ονειροπαρμένοι, δεν θα ξυπνήσουν ποτέ από τον λήθαργο τους...
Δεν διακινδυνεύουν απολύτως τίποτα: Δεν έχουν τίποτα να χάσουν!!!
Και η γυναίκα όμως, κι αυτή δεν μπορεί να ζήσει χωρίς τον άνδρα. Είναι τόσο ανίκανη γι' αυτό, όσο και η βασίλισσα σε μια κυψέλη από μέλισσες. Της χρειάζεται λοιπόν ο άντρας για να ζήσει κι αυτή. Κι αυτό αυτή το ονομάζει έρωτα. Μιας, λοιπόν και έχουν ανάγκη ο ένας τον άλλον, θα περίμενε κανείς ότι κάτι κοινό θα τους συνέδεε, τουλάχιστο ένα αίσθημα. Άλλα στον άνδρα και στη γυναίκα, οι αιτίες, η φύση και οι συνέπειες αυτού του αισθήματος είναι ολότελα διαφορετικές. Για τη γυναίκα, έρωτας σημαίνει εξουσία· για τον άντρα, υποδούλωση. Για εκείνη, είναι η πρόφαση για την εμπορική εκμετάλλευση του άλλου· για εκείνον, είναι το αισθηματικό άλλοθι για την ύπαρξη του ως σκλάβου. «Από έρωτα», η γυναίκα δεν κάνει παρά ότι της αποφέρει όφελος και ο άνδρας ότι τον καταστρέφει. «Από έρωτα», η γυναίκα παύει να εργάζεται μόλις παντρευτεί· «από έρωτα», ο άνδρας μόλις παντρευτεί δουλεύει για δυο. Ο έρωτας είναι και για τους δυο αγώνας για την επιβίωση, εκείνη με την νίκη της, εκείνος με την ήττα του. Και από μια αδυσώπητη ειρωνεία, εκείνη κερδίζει, σαν να λέμε, τα πάντα, την στιγμή ακριβώς πού είναι πιο απαθής, και η λέξη «έρωτας» της χαρίζει το φωτοστέφανο της θυσίας του εαυτού της, ενώ της επιτρέπει να καταχράται χωρίς λύπηση την εμπιστοσύνη του άντρα.
Με τον έρωτα, ο άνδρας εξαπατά τον εαυτό του και καμουφλάρει την δειλία του· χάρη στον έρωτα, πείθει τον εαυτό του ότι η υποδούλωση του στην γυναίκα και στους όμηρους της, δηλαδή τα παιδιά της, όπως την βολεύει να τα αποκαλεί, είναι μια έντιμη υποδούλωση και έχει ανώτερη ηθική αξία. Και έτσι είναι ικανοποιημένος με τον ρόλο του ως σκλάβου που είναι ο σκοπός των πόθων του. Κι αφού, επιπλέον, το σύστημα αυτό συμφέρει στην γυναίκα, γιατί να αλλάξει; Βεβαίως, η γυναίκα έχει εκμαυλιστεί και διαφθαρεί μέσα σ’ αυτό το σύστημα, αλλά κανείς δεν έχει την παραμικρή αντίρρηση, γιατί κανείς δεν περιμένει τίποτα άλλο από αυτήν παρά μόνο τον έρωτα πού αυτή τον ανταλλάσσει με όλα τα άλλα. Οι προσπάθειες πού καταβάλλει ο ντρεσαρισμένος άνδρας τον βουλιάζουν ακόμα περισσότερο στο σκλάβωμά του, χωρίς αυτό ποτέ να τον εξυπηρετήσει τα δικά του συμφέροντα. Οφείλει πάντα να «δίνει», κι όσο δίνει, τόσο η γυναίκα απομακρύνεται από αυτόν. Όσο πιο πολλά της παρέχει, τόσο πιο πολλά εκείνη απαιτεί. Όσο πιο πολύ την επιθυμεί, τόσο λιγότερο ποθητός της είναι. Κι όσο πιο πολύ την γεμίζει με υλικές ανέσεις, τόσο πιο τεμπέλα, πιο ηλίθια και πιο απάνθρωπη γίνεται και τόσο πιο πολύ αυτός νιώθει την μοναξιά του. Μόνον οι ίδιες γυναίκες θα μπορούσαν να σπάσουν αυτόν τον φαύλο κύκλο του ντρεσαρίσματος και της εκμετάλλευσης. Αλλά δεν θα το κάνουν, δεν υπάρχει καμιά λογική αιτία για να το κάνουν. Και δεν μπορείς να περιμένεις από τις γυναίκες μιαν αισθηματική έξαρση, είναι κρύες, χωρίς έλεος, και υπολογίστριες. Γι’ αυτό και ο κόσμος θα συνεχίζει να βουλιάζει όλο και πιο πολύ στα μικρομπιχλιμπίδια τους, στην βαρβαρότητα τους και σ’ αυτή την ηλίθια «θηλυκότητα» τους, ενώ οι άνδρες, αυτοί οι θαυμάσιοι ονειροπαρμένοι, δεν θα ξυπνήσουν ποτέ από τον λήθαργο τους...
ΠΗΓΗ: