«Το πρόβλημα δεν είναι εάν θα συμβιβαστούμε αλλά πως και με ποιόν θα συμβιβαστούμε; Γιατί υπάρχει πάντοτε ο κίνδυνος να καταφεύγει κανείς σε μη απαραίτητες υποχωρήσεις, όχι για να επιτύχει την μόνιμη λύση μιας διαφοράς, αλλά για να επωφεληθεί ο ίδιος»
Τζων Φιτζέραλντ Κέννεντυ
(H σκιαγραφία των γενναίων - βραβείο πούλιτζερ 1955)
Η αισθηματική φτώχεια της γυναίκας
Υπάρχουν πάρα πολλές και ποικίλες μορφές και παραλλαγές των μεθόδων του ντρεσαρίσματος. Θα πάμε πολύ μακριά, όμως, αν επιδιώξουμε να τις περιγράψουμε όλες. Ας εξετάσουμε, πάντως, δυο απ’ αυτές, που είναι και σχετικά ακίνδυνες, αξίζει τον κόπο καθώς πρόκειται πρώτον για την εκμάθηση από τον άντρα των λεγόμενων «τρόπων καλής συμπεριφοράς» και δεύτερον του τρόπου μέσου του οποίου ο άνδρας ντρεσάρεται να απωθεί τις επιθυμίες του.
Για να έχει επιτυχία στις γυναίκες (και ποιος άνδρας δεν θα το ήθελε αυτό;) ο εκπρόσωπος του αρσενικού φύλου θα πρέπει όχι μόνο να είναι έξυπνος, φιλόδοξος, εργατικός, επιτήδειος, άλλα να έχει και άλλο ένα προσόν, να ξέρει να φέρεται μπροστά στις γυναίκες. Γι’ αυτήν την δουλειά υπάρχουν κανόνες καθορισμένοι με κάθε λεπτομέρεια από τις ίδιες τις γυναίκες, είναι αυτό πού λέμε «οι καλοί τρόποι». Πού σημαίνει, ότι κάθε άνδρας πού σέβεται τον εαυτό του θα πρέπει κάθε στιγμή και με κάθε ευκαιρία να φέρεται σε κάθε γυναίκα σαν βασίλισσα, άλλα και κάθε γυναίκα που σέβεται τον εαυτό της θα πρέπει να δίνει στον άντρα την ευκαιρία να της φέρεται έτσι Πολύ φυσικά, η γυναίκα δεν λογαριάζει να παντρευτεί παρά μόνο αν ο άντρας είναι πλούσιος!!! Αν όμως έχει την ευκαιρία της εκλογής ανάμεσα σε δυο το ίδιο πλούσιους άνδρες, πού όμως ένας τους έχει κακούς τρόπους και ο άλλος καλούς, ο εκλεκτός της, χωρίς αμφιβολία, θα είναι ο δεύτερος. Γιατί η διαπίστωση ότι ο άντρας κατέχει τους κανόνες της καλής συμπεριφοράς, το λεγόμενο savoir - vivre, είναι μια εγγύηση ότι η ιδανική αξία της γυναίκας, μέσα από μια σειρά κατάλληλων εξαρτήσεων, του έχει ενσωματωθεί σε τέτοιο βαθμό στον χαρακτήρα του ώστε να γίνει ένα δεύτερο δέρμα, ώστε ποτέ του πια δεν πρόκειται να αμφιβάλλει γι’ αυτήν, ούτε κι αργότερα όταν θα του φανεί πολύ λιγότερο ελκυστική, «γελώντας ολοένα, γίνεσαι χαρούμενος», λένε οι ψυχολόγοι και ακόμα, «προσευχήσου, προσευχήσου συνέχεια και στο τέλος θα ‘ρθει και η πίστη». Αυτό είναι σωστό, άλλα μονάχα σχετικά με τον άνδρα, με το να συμπεριφέρεται απέναντι στην γυναίκα σαν η ίδια να είναι ανώτερο ον, τελικά το πιστεύει κι ο ίδιος πώς πράγματι έτσι είναι (ανάμεσα στην πραγματικότητα και στους φενακισμούς τους, οι γυναίκες ξέρουν να κάνουν σαφή διαχωρισμό).
Αντίθετα από τις άλλες μεθόδους του ντρεσαρίσματος, οι «καλοί τρόποι» δεν είναι βαθιά ριζωμένες μορφές εξάρτησης. Τους καλλιεργούν αρκετά αργά στα παιδιά, ώστε εύκολα αναγνωρίζεται ο χαρακτήρας τους όσον αφορά την γυναικεία εκμετάλλευση. Είναι, λοιπόν, ένα αίνιγμα πώς οι γυναίκες εξακολουθούν να πετυχαίνουν ακόμα και σήμερα χρησιμοποιώντας τόσο παμπάλαια κόλπα.
Κρύα ανατριχίλα πιάνει, λογουχάρη, έναν έφηβο, πού συνοδεύει για πρώτη φορά στο θέατρο μια κοπέλα, όταν ακούει την μάνα του να τον βομβαρδίζει με ένα σωρό συμβουλές: «Πρόσεξε, εσύ θα πληρώσεις το ταξί, θα κατέβεις πρώτος και κάνεις την βόλτα του αυτοκινήτου για να τής ανοίξεις την πόρτα και θα την βοηθήσεις να κατέβει.....θα την συνοδέψεις να ανέβει τις σκάλες, δηλαδή θα της προσφέρεις το μπράτσο σου κι αν δεν έχει χώρο, θα πας πίσω της για να την αρπάξεις αν τύχει και γλιστρήσει στα σκαλιά... και μην ξεχνάς να της ανοίγεις τις πόρτες, να την βοηθήσεις να βγάλει το παλτό της, να της το πας στο βεστιάριο, να της αγοράσεις το πρόγραμμα. Στα καθίσματα, θα μπεις πρώτος στην σειρά, για να της ανοίξεις τον δρόμο, στο διάλειμμα θα της προσφέρεις αναψυκτικό.....» κτλ. Κι όλα αυτά, χωρίς να υπολογίσουμε το μαρτύριο πού περιμένει, το κακόμοιρο το αγόρι, με το ξεπερασμένο πια αυτό είδος τέχνης που είναι το θέατρο, όπου σχεδόν όλα τα έργα (και ιδιαίτερα αυτά πού προσφέρονται με «εκπολιτιστικές» αξιώσεις) είναι κομμένα και ραμμένα στα διανοητικά μέτρα της γυναίκας. Πώς να μην του δημιουργηθεί η εντύπωση ότι τόσον αυτός, όσο και όλο αυτό το συγκρότημα από λακέδες πού αποτελούν οι θεατρικοί διευθυντές, οι ηθοποιοί και οι σκηνοθέτες, δεν βρίσκονται εκεί, παρά μόνο για να προσφέρουν στην γυναίκα που τον συνοδεύει και στην κλίκα των ομοίων της τον τόπο όπου μπορούν να παραδίδονται στο συνηθισμένο τους όργιο βλακείας δηλαδή να παρελαύνουν, με τα γελοία τους μασκαρέματα, μπροστά από τους καλοσχηματισμένους ζυγούς άντρων, ντυμένων με τις επίσημες σκούρες φορεσιές τους.
Η πιο αξιοθρήνητη εκδήλωση των λεγόμενων καλών τρόπων είναι όταν ο άντρας υποχρεώνεται να παίξει τον «ρόλο του προστάτη». Αυτό αρχίζει με την πιο άβλαβη μορφή, ανεβαίνει τελευταίος την σκάλα, πιάνει το έξω μέρος του πεζοδρομίου, τελειώνει όμως με την επιστράτευση του για τη θητεία ή για τον πόλεμο. «Όταν η κατάσταση το απαιτήσει», λέει ένας από αυτούς τους κανόνες ευπρέπειας, «ο άντρας θα διακινδυνεύσει τη ζωή του για να υπερασπίσει την γυναίκα εναντίον κάθε κακοτοπιάς». Από την στιγμή πού θα είναι σε ηλικία να το κάνει αυτό, θα πρέπει να υπακούει σ' αυτούς τους κανονισμούς, με το κεφάλι σκυφτό Το ντρεσάρισμα του προηγείται από οποιαδήποτε ατομική του επιθυμία, σε κάθε συμφορά, θα σώζει πρώτα τις γυναίκες και τα παιδιά, με κίνδυνο να χαθεί ο ίδιος!!!
Για όλα αυτά, δεν υπάρχει καμιά λογική αιτία, γιατί θα μπορούσαν θαυμάσια να αντιστραφούν οι οροί. Η γυναίκα, που η συναισθηματικότητα της είναι τόσο φτωχή, θα άντεχε πολύ πιο εύκολα τις οδυνηρές εντυπώσεις πού προκαλούν οι φρικαλεότητες του πολέμου, απ’ ότι ο άντρας, πού συνήθως, δεν γλυτώνει από τα μόνιμα ψυχικά τραύματα που του προξενούν οι καταστάσεις αυτές. Τα έμμηνα της την έχουν συνηθίσει στην θέα του αίματος, και με την μορφή που έχει πάρει ο σύγχρονος πόλεμος δεν απαιτεί ούτε σωματική δύναμη, ούτε εξυπνάδα, ούτε φυσική αντοχή. Έξαλλου, όλες οι στατιστικές για την διάρκεια της ζωής το βροντοφωνάζουν, οι γυναίκες ζούνε πιο πολύ από τους άντρες, άρα αντέχουν περισσότερο. Μια Βορειοαμερικανίδα, πού έχει κάνει σπόρ στα σχολικά της χρόνια, δεν είναι, σίγουρα, καθόλου πιο αδύνατη, από φυσική άποψη, από πολλούς μικροκαμωμένους Βιετναμέζους. Επομένως, πολεμώντας στην Ασία ένας Αμερικανός φαντάρος πολεμάει εναντίον εχθρών πού η δύναμη τους δεν φτάνει ούτε καν την δύναμη των κοριτσιών του πανεπιστημίου του. Η αισθηματική φτώχεια στην γυναίκα εκδηλώνεται με τέτοιον τρόπο πού συμπιέζει τα αισθήματα στον άνδρα, ώστε να εξασφαλίσει για λογαριασμό της την φήμη πώς αυτή μόνη είναι γεμάτη από αισθήματα και τρυφερότητα.
Οι δακρυγόνοι αδένες είναι κάτι μικροσκοπικές δεξαμενές από υγρό, πού η εκγύμναση τις κάνει, όπως και την ουροδόχο κύστη, να υπακούν στον έλεγχο της θέλησης. Ένας ανήλικος τα καταφέρνει θαυμάσια να μην κλαίει, όπως και να μην ουρεί στο κρεβάτι του. Στο νεαρό αντράκι, αυτή η εκ- γύμναση του γίνεται πολύ νωρίς, πάντα με το σύστημα της αυτοϋποτίμησης της γυναίκας, π.χ. «Ένα αγόρι δεν κλαίει. Τι είσαι εσύ, κορίτσι, και κλαις έτσι;». Αυτή όμως η εκγύμναση δεν έχει γίνει με το θηλυκό φύλο, πού γρήγορα μαθαίνει πώς να επωφελείται από ένα τέτοιο πλεονέκτημα. Όταν ένας άνδρας βλέπει μια γυναίκα να κλαίει, δεν θα σκεφτεί ποτέ ότι δεν έχει μάθει να ελέγχει το μικρό «δακρυαγωγείο» της. Ξεκινάει από την αρχή ότι, για να κλαίει, θα πρέπει να είναι θύμα κάποιου αβάσταχτα λυπηρού συναισθήματος, και ο ίδιος εκτιμά την ένταση του ανάλογα με την ποσότητα του υγρού που χύνουν οι δακρυγόνοι αδένες της όταν ανοίγει την κάνουλα.
Φυσικά, γελιέται!!! Ο συναισθηματισμός της γυναίκας είναι σχεδόν μηδενικός, ίσως γιατί δεν μπορεί να επιτρέψει στον εαυτό της να γίνεται έρμαιο των αισθημάτων της. Διαφορετικά, θα μπορούσε να διαλέξει τον σύζυγο πού δεν ανταποκρίνεται καθόλου στον σκοπό της δηλαδή να διαλέξει έναν επαναστάτη απέναντι σε κάθε είδους σκλαβιά, ή ακόμα θα υπάκουε στην κλίση της και θα αποδίωχνε τα ξένα αυτά πλάσματα, τους άντρες, για να ζήσει αποκλειστικά σε μια κοινωνία γυναικών (στην πραγματικότητα υπάρχουν πολύ λιγότερες ομοφυλόφιλες γυναίκες παρά άνδρες και οι περισσότερες τους είναι πλούσιες, ή τουλάχιστον, είναι εξασφαλισμένες οικονομικά)!!! Αυτό όμως θα είχε σαν συνέπεια για την γυναίκα να υποχρεωθεί να σκέφτεται, να εργαστεί, να αναλάβει ευθύνες, να στερηθεί καθετί πού της είναι ευχάριστο. Και δεν έχει καθόλου όρεξη για κάτι τέτοιο.
Έτσι λοιπόν, οι γυναίκες παραιτούνται από κάθε είδους συναισθηματισμό, παίζοντας ταυτόχρονα τον ρόλο της δήθεν υπεράγαν και αιώνια συναισθηματικής για να κρύψουν από τον άντρα σε ποιο σημείο είναι, στην πραγματικότητα, ψυχρές και υπολογίστριες!!!
Για να έχει επιτυχία στις γυναίκες (και ποιος άνδρας δεν θα το ήθελε αυτό;) ο εκπρόσωπος του αρσενικού φύλου θα πρέπει όχι μόνο να είναι έξυπνος, φιλόδοξος, εργατικός, επιτήδειος, άλλα να έχει και άλλο ένα προσόν, να ξέρει να φέρεται μπροστά στις γυναίκες. Γι’ αυτήν την δουλειά υπάρχουν κανόνες καθορισμένοι με κάθε λεπτομέρεια από τις ίδιες τις γυναίκες, είναι αυτό πού λέμε «οι καλοί τρόποι». Πού σημαίνει, ότι κάθε άνδρας πού σέβεται τον εαυτό του θα πρέπει κάθε στιγμή και με κάθε ευκαιρία να φέρεται σε κάθε γυναίκα σαν βασίλισσα, άλλα και κάθε γυναίκα που σέβεται τον εαυτό της θα πρέπει να δίνει στον άντρα την ευκαιρία να της φέρεται έτσι Πολύ φυσικά, η γυναίκα δεν λογαριάζει να παντρευτεί παρά μόνο αν ο άντρας είναι πλούσιος!!! Αν όμως έχει την ευκαιρία της εκλογής ανάμεσα σε δυο το ίδιο πλούσιους άνδρες, πού όμως ένας τους έχει κακούς τρόπους και ο άλλος καλούς, ο εκλεκτός της, χωρίς αμφιβολία, θα είναι ο δεύτερος. Γιατί η διαπίστωση ότι ο άντρας κατέχει τους κανόνες της καλής συμπεριφοράς, το λεγόμενο savoir - vivre, είναι μια εγγύηση ότι η ιδανική αξία της γυναίκας, μέσα από μια σειρά κατάλληλων εξαρτήσεων, του έχει ενσωματωθεί σε τέτοιο βαθμό στον χαρακτήρα του ώστε να γίνει ένα δεύτερο δέρμα, ώστε ποτέ του πια δεν πρόκειται να αμφιβάλλει γι’ αυτήν, ούτε κι αργότερα όταν θα του φανεί πολύ λιγότερο ελκυστική, «γελώντας ολοένα, γίνεσαι χαρούμενος», λένε οι ψυχολόγοι και ακόμα, «προσευχήσου, προσευχήσου συνέχεια και στο τέλος θα ‘ρθει και η πίστη». Αυτό είναι σωστό, άλλα μονάχα σχετικά με τον άνδρα, με το να συμπεριφέρεται απέναντι στην γυναίκα σαν η ίδια να είναι ανώτερο ον, τελικά το πιστεύει κι ο ίδιος πώς πράγματι έτσι είναι (ανάμεσα στην πραγματικότητα και στους φενακισμούς τους, οι γυναίκες ξέρουν να κάνουν σαφή διαχωρισμό).
Αντίθετα από τις άλλες μεθόδους του ντρεσαρίσματος, οι «καλοί τρόποι» δεν είναι βαθιά ριζωμένες μορφές εξάρτησης. Τους καλλιεργούν αρκετά αργά στα παιδιά, ώστε εύκολα αναγνωρίζεται ο χαρακτήρας τους όσον αφορά την γυναικεία εκμετάλλευση. Είναι, λοιπόν, ένα αίνιγμα πώς οι γυναίκες εξακολουθούν να πετυχαίνουν ακόμα και σήμερα χρησιμοποιώντας τόσο παμπάλαια κόλπα.
Κρύα ανατριχίλα πιάνει, λογουχάρη, έναν έφηβο, πού συνοδεύει για πρώτη φορά στο θέατρο μια κοπέλα, όταν ακούει την μάνα του να τον βομβαρδίζει με ένα σωρό συμβουλές: «Πρόσεξε, εσύ θα πληρώσεις το ταξί, θα κατέβεις πρώτος και κάνεις την βόλτα του αυτοκινήτου για να τής ανοίξεις την πόρτα και θα την βοηθήσεις να κατέβει.....θα την συνοδέψεις να ανέβει τις σκάλες, δηλαδή θα της προσφέρεις το μπράτσο σου κι αν δεν έχει χώρο, θα πας πίσω της για να την αρπάξεις αν τύχει και γλιστρήσει στα σκαλιά... και μην ξεχνάς να της ανοίγεις τις πόρτες, να την βοηθήσεις να βγάλει το παλτό της, να της το πας στο βεστιάριο, να της αγοράσεις το πρόγραμμα. Στα καθίσματα, θα μπεις πρώτος στην σειρά, για να της ανοίξεις τον δρόμο, στο διάλειμμα θα της προσφέρεις αναψυκτικό.....» κτλ. Κι όλα αυτά, χωρίς να υπολογίσουμε το μαρτύριο πού περιμένει, το κακόμοιρο το αγόρι, με το ξεπερασμένο πια αυτό είδος τέχνης που είναι το θέατρο, όπου σχεδόν όλα τα έργα (και ιδιαίτερα αυτά πού προσφέρονται με «εκπολιτιστικές» αξιώσεις) είναι κομμένα και ραμμένα στα διανοητικά μέτρα της γυναίκας. Πώς να μην του δημιουργηθεί η εντύπωση ότι τόσον αυτός, όσο και όλο αυτό το συγκρότημα από λακέδες πού αποτελούν οι θεατρικοί διευθυντές, οι ηθοποιοί και οι σκηνοθέτες, δεν βρίσκονται εκεί, παρά μόνο για να προσφέρουν στην γυναίκα που τον συνοδεύει και στην κλίκα των ομοίων της τον τόπο όπου μπορούν να παραδίδονται στο συνηθισμένο τους όργιο βλακείας δηλαδή να παρελαύνουν, με τα γελοία τους μασκαρέματα, μπροστά από τους καλοσχηματισμένους ζυγούς άντρων, ντυμένων με τις επίσημες σκούρες φορεσιές τους.
Η πιο αξιοθρήνητη εκδήλωση των λεγόμενων καλών τρόπων είναι όταν ο άντρας υποχρεώνεται να παίξει τον «ρόλο του προστάτη». Αυτό αρχίζει με την πιο άβλαβη μορφή, ανεβαίνει τελευταίος την σκάλα, πιάνει το έξω μέρος του πεζοδρομίου, τελειώνει όμως με την επιστράτευση του για τη θητεία ή για τον πόλεμο. «Όταν η κατάσταση το απαιτήσει», λέει ένας από αυτούς τους κανόνες ευπρέπειας, «ο άντρας θα διακινδυνεύσει τη ζωή του για να υπερασπίσει την γυναίκα εναντίον κάθε κακοτοπιάς». Από την στιγμή πού θα είναι σε ηλικία να το κάνει αυτό, θα πρέπει να υπακούει σ' αυτούς τους κανονισμούς, με το κεφάλι σκυφτό Το ντρεσάρισμα του προηγείται από οποιαδήποτε ατομική του επιθυμία, σε κάθε συμφορά, θα σώζει πρώτα τις γυναίκες και τα παιδιά, με κίνδυνο να χαθεί ο ίδιος!!!
Για όλα αυτά, δεν υπάρχει καμιά λογική αιτία, γιατί θα μπορούσαν θαυμάσια να αντιστραφούν οι οροί. Η γυναίκα, που η συναισθηματικότητα της είναι τόσο φτωχή, θα άντεχε πολύ πιο εύκολα τις οδυνηρές εντυπώσεις πού προκαλούν οι φρικαλεότητες του πολέμου, απ’ ότι ο άντρας, πού συνήθως, δεν γλυτώνει από τα μόνιμα ψυχικά τραύματα που του προξενούν οι καταστάσεις αυτές. Τα έμμηνα της την έχουν συνηθίσει στην θέα του αίματος, και με την μορφή που έχει πάρει ο σύγχρονος πόλεμος δεν απαιτεί ούτε σωματική δύναμη, ούτε εξυπνάδα, ούτε φυσική αντοχή. Έξαλλου, όλες οι στατιστικές για την διάρκεια της ζωής το βροντοφωνάζουν, οι γυναίκες ζούνε πιο πολύ από τους άντρες, άρα αντέχουν περισσότερο. Μια Βορειοαμερικανίδα, πού έχει κάνει σπόρ στα σχολικά της χρόνια, δεν είναι, σίγουρα, καθόλου πιο αδύνατη, από φυσική άποψη, από πολλούς μικροκαμωμένους Βιετναμέζους. Επομένως, πολεμώντας στην Ασία ένας Αμερικανός φαντάρος πολεμάει εναντίον εχθρών πού η δύναμη τους δεν φτάνει ούτε καν την δύναμη των κοριτσιών του πανεπιστημίου του. Η αισθηματική φτώχεια στην γυναίκα εκδηλώνεται με τέτοιον τρόπο πού συμπιέζει τα αισθήματα στον άνδρα, ώστε να εξασφαλίσει για λογαριασμό της την φήμη πώς αυτή μόνη είναι γεμάτη από αισθήματα και τρυφερότητα.
Οι δακρυγόνοι αδένες είναι κάτι μικροσκοπικές δεξαμενές από υγρό, πού η εκγύμναση τις κάνει, όπως και την ουροδόχο κύστη, να υπακούν στον έλεγχο της θέλησης. Ένας ανήλικος τα καταφέρνει θαυμάσια να μην κλαίει, όπως και να μην ουρεί στο κρεβάτι του. Στο νεαρό αντράκι, αυτή η εκ- γύμναση του γίνεται πολύ νωρίς, πάντα με το σύστημα της αυτοϋποτίμησης της γυναίκας, π.χ. «Ένα αγόρι δεν κλαίει. Τι είσαι εσύ, κορίτσι, και κλαις έτσι;». Αυτή όμως η εκγύμναση δεν έχει γίνει με το θηλυκό φύλο, πού γρήγορα μαθαίνει πώς να επωφελείται από ένα τέτοιο πλεονέκτημα. Όταν ένας άνδρας βλέπει μια γυναίκα να κλαίει, δεν θα σκεφτεί ποτέ ότι δεν έχει μάθει να ελέγχει το μικρό «δακρυαγωγείο» της. Ξεκινάει από την αρχή ότι, για να κλαίει, θα πρέπει να είναι θύμα κάποιου αβάσταχτα λυπηρού συναισθήματος, και ο ίδιος εκτιμά την ένταση του ανάλογα με την ποσότητα του υγρού που χύνουν οι δακρυγόνοι αδένες της όταν ανοίγει την κάνουλα.
Φυσικά, γελιέται!!! Ο συναισθηματισμός της γυναίκας είναι σχεδόν μηδενικός, ίσως γιατί δεν μπορεί να επιτρέψει στον εαυτό της να γίνεται έρμαιο των αισθημάτων της. Διαφορετικά, θα μπορούσε να διαλέξει τον σύζυγο πού δεν ανταποκρίνεται καθόλου στον σκοπό της δηλαδή να διαλέξει έναν επαναστάτη απέναντι σε κάθε είδους σκλαβιά, ή ακόμα θα υπάκουε στην κλίση της και θα αποδίωχνε τα ξένα αυτά πλάσματα, τους άντρες, για να ζήσει αποκλειστικά σε μια κοινωνία γυναικών (στην πραγματικότητα υπάρχουν πολύ λιγότερες ομοφυλόφιλες γυναίκες παρά άνδρες και οι περισσότερες τους είναι πλούσιες, ή τουλάχιστον, είναι εξασφαλισμένες οικονομικά)!!! Αυτό όμως θα είχε σαν συνέπεια για την γυναίκα να υποχρεωθεί να σκέφτεται, να εργαστεί, να αναλάβει ευθύνες, να στερηθεί καθετί πού της είναι ευχάριστο. Και δεν έχει καθόλου όρεξη για κάτι τέτοιο.
Έτσι λοιπόν, οι γυναίκες παραιτούνται από κάθε είδους συναισθηματισμό, παίζοντας ταυτόχρονα τον ρόλο της δήθεν υπεράγαν και αιώνια συναισθηματικής για να κρύψουν από τον άντρα σε ποιο σημείο είναι, στην πραγματικότητα, ψυχρές και υπολογίστριες!!!
Τέλειοι μίμοι, οι γυναίκες τα καταφέρνουν, με τις γκριμάτσες τους, να κρατούν πάντα ελεύθερο το κεφάλι και να χρησιμοποιούν στο έπακρο την συναισθηματικότητα του συντρόφου τους (δεν μπορείς να κρίνεις την δύναμη ενός συναισθήματος, παρά μόνο όταν δεν είσαι ο ίδιος κυριευμένος απ’ αυτό). Επιπλέον, δεν αρκεί απλώς ο άνδρας να χαρίζει στη γυναίκα ένα βαθμό ευαισθησίας ίσο με τον δικό του. Θα πρέπει να πιστεύει ότι η γυναίκα είναι πολύ πιο ασταθής, ευπαθής, παράλογη, υπερευαίσθητη, έτσι πού να διαλυθούν όλες οι τυχόν υποψίες πού θα μπορούσε να έχει γι’ αυτήν. Το ντρεσάρισμά του, όπως το περιγράψαμε πιο πάνω, παρέχει όλες τις αναγκαίες συνθήκες για την επιτυχία αυτής της απάτης.
Ένας άντρας, ένας «αληθινός άνδρας», όπως λένε οι γυναίκες δεν κλαίει, δεν γελάει δυνατά (η εγκράτεια του αυτή του εξασφαλίζει την συμπάθεια των γύρω του και κάνει σοβαρότατη εντύπωση στους συνεταίρους του και στους συναλλασσόμενους μ' αυτόν), δεν εκδηλώνει ποτέ του έκπληξη (δεν φωνάζει « Αααα!...», ήταν σβήνει ξαφνικά το φως, ούτε « Άου!... », όταν αγγίζει κρύο νερό). Δεν αφήνει να το προσέξουν οι άλλοι ότι κάνει κάποια προσπάθεια (δεν ξεφωνίζει «Αου!...», όταν σηκώνει ένα βαρύ αντικείμενο). Ούτε τραγουδάει φωναχτά όταν είναι χαρούμενος. Κι ο άνδρας πού δεν επιτρέπει στον εαυτό του όλες αυτές τις εκφραστικές εκδηλώσεις τις όποιες διαπιστώνει στην γυναίκα, δεν φαντάζεται καθόλου πώς εκείνη είναι πού τον έμαθε ότι, στη δική του περίπτωση, αυτά δεν επιτρέπονται. Παραδέχεται απλώς, ότι οι εντυπωσιασμοί είναι στο άλλο φύλο πολύ πιο δυνατοί απ’ ότι σ' αυτόν, τόσο δυνατοί, πού μπορούν να ελεγχθούν και εκδηλώνονται σ' ένα διαρκές θέαμα.
Ο άνδρας πού δεν κλαίει παρά μόνο σε κάποια μεγάλη συμφορά, είναι υποχρεωμένος να υποθέτει ότι η γυναίκα, όταν ξεσπάει σε κλάματα, λογουχάρη γιατί έτυχε να χάσει ένα ταξίδι αναψυχής, νιώθει μια λύπη τόσο δυνατή όσο και η δική του. Και καθώς ο ίδιος δεν το αισθάνεται αυτό, κα-τηγορεί τον εαυτό του για την αναισθησία του και την παχυδερμία του.
Το μόνο πού θα βοηθούσε πιο πολύ τους άντρες, θα ήταν να συνειδητοποιήσουν ότι στο μυαλό μιας γυναίκας, που έχει πάνω τους καρφωμένα τα βουτηγμένα στα δάκρυα μάτια της, ξετυλίγονται σκέψεις παγερές, κρυστάλλινης διαύγειας!!!
ΠΗΓΗ: